Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2011

Πράσινοι και η κρίση


Η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 αναδεικνύει εν σπέρματι τις μεγάλες προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα τον 21ο αιώνα:
  • Τις κλιματικές αλλαγές και την εξάντληση φυσικών πόρων που έχουν ζωτική σημασία για την αναπαραγωγή του κατεστημένου οικονομικού-πολιτικού υποδείγματος ·
  • την ανάδειξη του πάλαι ποτέ «τρίτου κόσμου» σε ισάξιο οικονομικό και γεωπολιτικό παράγοντα με τον αναπτυγμένο κόσμο, με την επακόλουθη μείωση του μεριδίου της δύσης -και ιδιαίτερα της Ευρώπης- στον παγκόσμιο πλούτο·
  • την κατάρρευση του κατεστημένου μοντέλου παγκόσμιας διακυβέρνησης και την ανάγκη για παγκόσμια συνεννόηση και διαχείριση των κοινών πολιτικών προβλημάτων.

Από την άποψη αυτή, τα Πράσινα κόμματα αποτελούν την πρώτη αυθεντική πολιτική δύναμη του 21ου αιώνα. Γεννήθηκαν στα τέλη του περασμένου αιώνα, ως μια μικρή ριζοσπαστική δύναμη που προειδοποιούσε για την ανάγκη για προστασία του περιβάλλοντος, άμεση δημοκρατία, ανθρώπινα δικαιώματα και ειρήνη, κατηγορώντας αμφότερους τους πρωταγωνιστές του «ψυχρού πολέμου» πως υποθηκεύουν το μέλλον του πλανήτη σε βραχυπρόθεσμες στρατηγικές και ιδιοτελή συμφέροντα.

Σήμερα σε όλο τον κόσμο οι Πράσινοι γίνονται σημείο αναφοράς για ολοένα και περισσότερες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που αναζητούν μια μεγάλη περιβαλλοντική, οικονομική και περιβαλλοντική αλλαγή στις πατρίδες τους και σε πλανητικό επίπεδο.

Αυτό είναι το πλαίσιο στο οποίο εμφανίστηκαν και αναπτύσσονται οι Έλληνες Οικολόγοι-Πράσινοι (ΟΠ), η πρώτη αυθεντική πολιτική δύναμη του 21ου αιώνα στην Ελλάδα. Οι Έλληνες πολίτες το αντιλαμβάνονται αυτό, και τους αντιμετωπίζουν με θετική προδιάθεση και ενδιαφέρον, όπως φάνηκε και στις πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές, στις οποίες πολλαπλασιάσθηκε η παρουσία τους στους ΟΤΑ. Προκειμένου να ανταποκριθούμε ως Οικολόγοι-Πράσινοι στο αίτημα που μας απευθύνουν οι πολίτες, ένα χρέος έχουμε: να είμαστε ειλικρινείς, να «μιλάμε την αλήθεια» χωρίς να υποτάσσουμε την πραγματικότητα σε μικροπολιτικούς σχεδιασμούς και να είμαστε χρήσιμοι στην πατρίδα μας, στο κοινωνικό σύνολο, στους «χαμένους» του κατεστημένου συστήματος, στις οικογένειες και τα παιδιά μας.

Να είμαστε μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος, σε παγκόσμιο, ευρωπαϊκό και τοπικό επίπεδο.

Αυτός είναι ο λόγος που απευθύνουμε αυτό το κείμενο στους εσωκομματικούς μας φίλους αλλά και στο ακροατήριό μας εκτός των κομματικών γραμμών.

Α. Η δημοσιονομική κρίση της Ελλάδας

Η οικονομική-δημοσιονομική κρίση της Ελλάδας αποτυπώνει πολύ συγκεκριμένους πολιτικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς συσχετισμούς δύναμης που διαμορφώθηκαν επί δεκαετίες. Το ελληνικό υπόδειγμα βασίστηκε στην προσοδοθηρία εκτενών κοινωνικών δυνάμεων διαμέσου της διαφθοράς, της φοροκλοπής, της μαύρης/μαφιακής οικονομίας, της αργομισθίας. Οι πόροι που προέρχονταν από τη δηλωμένη-νόμιμη-παραγωγική οικονομική δραστηριότητα, την πολιτική μας συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το δανεισμό, υπεξαιρούνταν επί δεκαετίες από τους «κερδισμένους της Μεταπολίτευσης»1, βυθίζοντας τη χώρα μας στα χρέη.

Η κρίση του 2008 οδήγησε τους μεγάλους χρηματοπιστωτικούς παίκτες (κυρίως τράπεζες, αμοιβαία κεφάλαια και ασφαλιστικά ταμεία) σε επανεξέταση των κριτηρίων των αγορών τους. Αποκαλύφθηκε έτσι η «τοξικότητα» των ομολόγων που «πουλούσαν» επί πολλά χρόνια μη-βιώσιμα χρέη, σαν το ελληνικό. Οι διεθνείς αγορές απέβαλαν την Ελλάδα και άρχισαν έκτοτε να ξεφορτώνονται τα ελληνικά χρεόγραφα. Παράλληλα, οι ελληνικές τράπεζες άρχισαν να λυγίζουν από τα τοξικά χρεόγραφα που αναγκάζονταν να αγοράσουν, υπό την πολιτική πίεση των κατεστημένων πολιτικών δυνάμεων. Η αισχροκέρδεια των χρηματαγορών έδωσε στην Ελλάδα τη χαριστική βολή, οδηγώντας την στην προσφυγή στη διεθνή βοήθεια, με τα συνεπακόλουθα πολιτικά ανταλλάγματα.

Το αντιδραστικό-συντηρητικό πρόταγμα της χρεοκοπίας

Από την άποψη αυτή, το «μνημόνιο» αποτελεί ένα επεισόδιο μόνο της πορείας υπεξαίρεσης της χώρας από τους «κερδισμένους της Μεταπολίτευσης». Οι αντιπαραθέσεις για το πώς φθάσαμε ως εκεί, εντάσσονται στον πολιτικό σχολιασμό, όχι στην πολιτική παρέμβαση. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το «μνημόνιο» έχει αρνητικό κοινωνικό πρόσημο (χωρίς να λείπουν οι εποικοδομητικές του πλευρές). Είναι όμως εξίσου αληθές πως το «μνημόνιο» αφήνει μεγάλα πολιτικά περιθώρια στις εγχώριες πολιτικές δυνάμεις και την κυβέρνησης.

Με άλλα λόγια, «υπάρχει ζωή -και πολιτική- πέρα από το "μνημόνιο"».

Η συζήτηση έτσι περί «καταγγελίας του μνημονίου»-«στάσης πληρωμών» και «εξόδου από το ευρώ» είναι κοινωνικά αντιδραστική, πολιτικά συντηρητική και εθνικά επικίνδυνη. Μια τέτοια εξέλιξη θα σήμαινε:
  • σημαντική υποτίμηση του νέου νομίσματος
  • διόγκωση του χρέους και του ελλείμματος (που θα... πολλαπλασιαστούν αφού θα συνεχίσουν να αποπληρώνονται σε ευρώ) και άρα πολύ πιο βίαιες περιοριστικές πολιτικές λιτότητας, που θα συνοδεύονται από τη βιαιότερη πορεία κατάληψης από αντιπαραγωγικά ιδιωτικά συμφέροντα των υπολειμμάτων των υφιστάμενων βασικών δημοσίων υπηρεσιών και του δημοσίου χώρου
  • εκτόξευση του επιτοκίου των τραπεζών (όσων τουλάχιστο επιβιώσουν από την πτώχευση) σε επίπεδα που θα καθιστούσαν επισφαλή ακόμα και τα μικρότερα σημερινά δάνεια, θα κατέστρεφαν κάθε στοιχείο δυναμισμού της ελληνικής οικονομίας, θα καταδίκαζαν τις ελληνικές επιχειρηματικές προσπάθειες και θα οδηγούσαν σε κύμα κατασχέσεων και πτωχεύσεων.
  • διεθνή απομόνωση της χώρας μας και υποβιβασμό της στο επίπεδο του κράτους-παρία, με ό,τι σημαίνει αυτό για την αποσταθεροποίηση της ειρήνης στην περιοχή και την όξυνση του εθνικισμού στο εσωτερικό.

Κι όμως, ένα τέτοιο σενάριο μοιάζει σήμερα ελκυστικό στις πιο αντιδραστικές δυνάμεις της χώρας, που ελπίζουν πως στο έδαφος της κρίσης θα μπορούσαν να αναδιοργανώσουν την εξουσία τους, με οικονομικό κόστος ασφαλώς, επιτυγχάνοντας όμως ταυτόχρονα:
  • να εξουδετερώσουν πλήρως το δημοκρατικό παράγοντα,
  • να επεκτείνουν την κυριαρχία τους επί του δημοσίου πλούτου,
  • να συνάψουν ληστρικές σχέσεις συνεργασίας με αραβικές, ασιατικές ή άλλες δυνάμεις, και
  • να ελέγξουν πλήρως τη χώρα, αξιοποιώντας το λαϊκισμό και τον εθνικισμό

Β. Ατζέντα 2020: Βιώσιμη ανάπτυξη και δουλειές

Εδώ ακριβώς βρίσκεται το κύριο πολιτικό διακύβευμα της σημερινής συγκυρίας: η κρίση να οδηγήσει σε ανατροπές υπέρ της δημοκρατίας και της ευρωπαϊκής προοπτικής, της υγιούς-πράσινης επιχειρηματικότητας, του δημοσίου χώρου και του περιβάλλοντος, των γυναικών και των νέων, και όχι υπέρ του αυταρχισμού και του εθνικισμού, της καταλήστευσης του δημοσίου πλούτου, της μαφιοκρατίας, της περαιτέρω εκποίησης του ελληνικού περιβάλλοντος, των «ισχυρών» της Μεταπολίτευσης.

Για να συμβεί αυτό, το βασικότερο είναι να μπορέσει η χώρα μας να θέσει στο επίκεντρο της στρατηγικής της το ζήτημα της βιώσιμης ανάπτυξης και της παραγωγής θέσεων εργασίας, παραμένοντας πάση θυσία στην ευρωζώνη, υποτάσσοντας στο στόχο αυτό κάθε κληρονομημένη από το κατεστημένο της χρεοκοπίας, κοινωνική, πολιτική και ιδεολογική δουλεία.

Θέτουμε λοιπόν σήμερα το ζήτημα της αναζήτησης ενός νέου βιώσιμου αναπτυξιακού υποδείγματος για την ευρωπαϊκή Ελλάδα του 2020. Αυτή η «ατζέντα 2020» οφείλει να περιλαμβάνει:
1.        ένα ρεαλιστικό στόχο για το 2020, που θα περιλαμβάνει περιβαλλοντικό, πολιτικό και κοινωνικό πυλώνα.
2.        έναν «οδικό χάρτη» που να συνδέει το σήμερα με το 2020, ώστε να μη σπαταλιέται χρόνος, πόροι και δυνάμεις και να υπάρχει δημοκρατικός έλεγχος στην πορεία αυτή.
Γ. Η ευρωπαϊκή Ελλάδα του 2020

Αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας μας. Ως το 2020 χρειάζεται να έχει υπάρξει στην Ελλάδα μια νέα παραγωγική-επιχειρηματική βάση που θα παράγει βιώσιμη ανάπτυξη και δουλειές, και που θα στηρίζεται από ένα κράτος αναδιοργανωμένο, ορθολογικό, αξιοκρατικό, που θα αξιοποιεί περί το 40% του ΑΕΠ της χώρας για να ενισχύει την ανάπτυξη και να προσφέρει στους πολίτες επαρκείς και ποιοτικές υπηρεσίες παιδείας, υγείας, ασφάλειας, μετακίνησης και πολεοδομίας.

Εμείς οι Πράσινοι δε θεωρούμε την ανάπτυξη αυτοσκοπό: έχουμε τονίσει πως η σημερινή «μέτρηση» της ανάπτυξης (που ταυτίζεται με τη μεγέθυνση του ΑΕΠ!) θα μπορούσε να εξασφαλισθεί με ρυπογόνες δραστηριότητες, αύξηση της διαφθοράς, ακόμα και με τον πόλεμο ή τις φυσικές καταστροφές! Αυτή η ανάπτυξη επ' ουδενί δεν είναι συνώνυμη με την ποιότητα ζωής και την ευημερία. Αλλά δεν είναι ούτε αντώνυμη προς αυτήν! Εμείς οι Πράσινοι είμαστε η μόνη διεθνής πολιτική δύναμη που με την πρότασή μας για «πράσινη "νέα συμφωνία"» («πράσινο "νιου ντιλ"») συνδέουμε την ανάπτυξη με τη βιωσιμότητα και τη δημιουργία 5 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας στην Ευρώπη την επόμενη πενταετία. Εξάλλου η ανάπτυξη είναι η ασφαλέστερη οδός για έλεγχο του δημοσίου χρέους και του ελλείμματος και για επέκταση της απασχόλησης.

Τούτου λεχθέντος, θεωρούμε πως η παραγωγική-επιχειρηματική βάση της βιώσιμα αναπτυσσόμενης Ελλάδας θα πρέπει να επικεντρωθεί σε ορισμένους πυλώνες όπου η χώρα παρουσιάζει σχετικό πλεονέκτημα, όπως:
  • Την αγροτική παραγωγή, με έμφαση την ανάπτυξη των βιοκαλλιεργειών, με καθετοποίηση της παραγωγής και συνδυασμό της πρωτογενούς δραστηριότητας με την βιομηχανική επεξεργασία των προϊόντων (βιομηχανίες τροφίμων) και την ανάπτυξη των αντίστοιχων υπηρεσιών (τυποποίησης, προώθησης, εμπορίας). Συνδυασμό της νέας αυτής αγροτικής ανάπτυξης με διαδικασίες συλλογικής διαχείρισης των γαιών (του κλήρου) και παράλληλες δραστηριότητες (οικοτουρισμός, αγροτουρισμός, εκπαίδευση-κατάρτιση, υγιεινή εστίαση) που θα πρόσφεραν νέες και διαχυμένες ευκαιρίες απασχόλησης.
  • Την αναβάθμιση του κτιριακού αποθέματος των ελληνικών πόλεων, με την ανάπτυξη επιχειρηματικής δραστηριότητας στην παραγωγή «πράσινων» υλικών και τις ανανεώσιμες μορφές ενέργειας.
  • Το μετασχηματισμό της τουριστικής δραστηριότητας σε ήπια και βιώσιμη βάση, με άξονα την επέκταση των τουριστικών δραστηριοτήτων στο χώρο και το χρόνο.
Θεωρούμε πως η εμφάνιση μιας τέτοιας παραγωγικής βάσης δεν συμβιβάζεται με τη σημερινή διάταξη των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων. Όπως έχει τονιστεί, η ελληνική κρίση είναι σε μεγάλο βαθμό πολιτική. Ως το 2020, θα πρέπει λοιπόν να έχουν ολοκληρωθεί τρεις παράλληλες διαδικασίες:

Δημοκρατική αναζωογόνηση της χώρας (νέα μεταπολίτευση), που θα περιλαμβάνει:
  • σαφή διάκριση και ανεξαρτητοποίηση των εξουσιών και την χαλιναγώγηση της λειτουργίας των ΜΜΕ, ώστε η κάθε εξουσία να ελέγχεται και να αντισταθμίζεται από τη λειτουργία όλων των υπολοίπων,
  • θέσπιση ενός πιο ολιγομελούς και υπεύθυνου πολιτικού προσωπικού, σε όλα τα επίπεδα,  
  • μείωση του ρόλου του πολιτικού χρήματος κι αυστηρό έλεγχο της σχέσης κομμάτων-πολιτικού χρήματος,
  • περισσότερη σταθερότητα, με τακτές και αμετακίνητες ημερομηνίες εκλογών, στο σουηδικό ή το αμερικανικό πρότυπο,
  • θέσπιση της άμεσης προσφυγής στο λαό σε μεγάλα ζητήματα που τον αφορούν.

Αναδιανομή πόρων και εξουσίας προς τις γυναίκες και τους νέους, το δημόσιο χώρο, το περιβάλλον. Το επόμενο διάστημα θα πρέπει να θεωρηθεί απόλυτη εθνική προτεραιότητα:
1.        Να μπορούν οι γυναίκες να ασκούν ολοκληρωμένη και απαιτητική επαγγελματική σταδιοδρομία, έχοντας ενεργό αρωγό στο έργο αυτό μία πολιτεία που να δραστηριοποιείται στην ανατροφή, την ευζωία, την προστασία των παιδιών μας... Να μην είναι πια η γέννηση παιδιών «διαβατήριο για τη φτώχεια», αλλά εκπλήρωση μιας βαθιάς ανθρώπινης και ψυχικής ανάγκης των Ελληνίδων και των νέων γονιών. Η επέκταση της ισότιμης ένταξης των γυναικών στην αγορά εργασίας αποτελεί για τη σημερινή Ελλάδα ένα από τα βασικότερά της αναπτυξιακά αποθέματα. Περνά δε από την καταπολέμηση των ανδροκρατικών σχέσεων που συνεχίζουν να κυριαρχούν στους επαγγελματικούς χώρους του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα στη σημερινή Ελλάδα. 
2.        Να αναταχθεί το ελληνικό περιβάλλον, ιδίως ως προς τη διαχείριση των υδατικών πόρων, την αντιμετώπιση της ερημοποίησης, την προστασία της πανίδας και της χλωρίδας, ιδίως της ιχθυοπανίδας, την εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και των οδηγιών της ΕΕ. Να ληφθούν προληπτικά μέτρα για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
3.        Να αναβαθμισθεί ο δημόσιος χώρος, να προστατεύεται ο δημόσιος πλούτος, ο χώρος της κοινοκτημοσύνης όπου ο Έλληνας θα βρίσκει παροχές υγείας, παιδείας, ασφάλειας, στέγασης και μετακίνησης αντίστοιχες με εκείνες ενός ευρωπαϊκού κράτους.
Επανάσταση του αυτονόητου. Δεν αποδεχόμαστε πλέον το σουρεαλιστικό κόσμο που μας επιφυλάσσουν οι ισχυροί της διαφθοράς και της παραοικονομίας, της αργομισθίας και της μαφιακής οικονομίας. Εννοούμε να θεωρούμε πως τα σχολεία είναι για να μαθαίνουν γράμματα τα παιδιά μας, τα νοσοκομεία για να θεραπεύονται αποτελεσματικά οι ασθενείς μας, οι δημόσιες υπηρεσίες για να εξυπηρετείται ο φορολογούμενος, τα ΜΜΕ για να ενημερωνόμαστε…

Εννοούμε να θεωρούμε πως η πόλη ανήκει σε εμάς, τους πολίτες και δεν είναι χώρος αθλοπαιδιών για συνδικαλιστικές ηγεσίες, κουκουλοφόρους και όποιον άλλο ισχυρό επιθυμεί κάθε φορά να την καταλαμβάνει...

Εννοούμε κοντολογίς να εφαρμοστούν και στη χώρα μας όλες εκείνες οι λύσεις που εφαρμόστηκαν αλλού και βελτίωσαν τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, έκαναν πιο παραγωγική την οικονομία, πιο ποιοτική την παιδεία, καλύτερη την υγεία κ.ο.κ. Ζητάμε να εφαρμοστεί ό,τι πρέπει για να ζήσει κι ο Έλληνας πολίτης σε ένα περιβάλλον που θα θυμίζει αναπτυγμένη χώρα, κράτος-μέλος της ΕΕ, και όχι μία ιδιότυπη τριτοκοσμική χώρα. Κι είμαστε έτοιμοι να αντιπαρατεθούμε με τους ισχυρούς που εμποδίζουν να γίνει αυτό, μόνο και μόνο για να υπερασπιστούν ιδιοτελή κεκτημένα, αγνοώντας το κοινό καλό και την ίδια την κοινωνική τους αποστολή!

Δ. Το επόμενο βήμα του Οδικού Χάρτη προς το 2020

Καμία πρόταση για το μέλλον δεν μπορεί όμως να είναι πειστική χωρίς τη σύνδεσή της με το παρόν.

Πρώτο καθήκον μας σήμερα είναι να αποφευχθεί η έξοδος από την ευρωζώνη και η μονομερής χρεοκοπία. Αποτελεί σήμερα κοινή διαπίστωση πως μετά τη λήξη του μνημονίου, το ελληνικό δημόσιο χρέος δε θα είναι βιώσιμο. Αυτό μας οδηγεί στο πρώτο μας συμπέρασμα, πως η αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους είναι αναπόφευκτη.

Παράλληλα παρατηρείται μια ραγδαία διαδικασία «ξεφορτώματος» των ελληνικών χρεογράφων από τους διεθνείς κατόχους τους, που ταυτόχρονα μειώνει τη διαπραγματευτική δύναμη της χώρας και αποδυναμώνει ταχύτατα το ελληνικό τραπεζικό σύστημα (που αναγκάζεται να αγοράζει τα «τοξικά» ελληνικά ομόλογα). Κι αν η πρώτη τάση σημαίνει πως ο χρόνος δουλεύει εις βάρος μας (αφού η αποβολή της Ελλάδας από την ευρωζώνη γίνεται ολοένα και πιο «ακίνδυνη» για τους διεθνείς –πρώην- κατόχους ελληνικών ομολόγων) η δεύτερη τάση καθιστά το αίτημα της αναδιάρθρωσης του χρέους όλο και πιο επικίνδυνο για την ελληνική κυβέρνηση, αφού θα κλυδώνιζε όλο και περισσότερο το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Αυτός είναι ο λόγος που θεωρούμε πως η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους οφείλει να γίνει όσο το δυνατό ταχύτερα.

Η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους όμως δεν πρέπει να γίνει με άτακτο ή μονομερή τρόπο, αλλά κατόπιν συμφωνίας με την ΕΕ και τους δανειστές μας. Εντάσσεται ως εκ τούτου σε μια συνολική-ευρωπαϊκή πολιτική που θα περιλαμβάνει:
1.        την έκδοση ευρωομολόγων,
2.        τη συμμετοχή των ιδιωτικών χρηματοπιστωτικών οργανισμών στο μόνιμο μηχανισμό στήριξης της ευρωζώνης (μιας και οι δανειστές θα πρέπει να επωμισθούν τμήμα των συνεπειών των πράξεών τους, και η απερίσκεπτη δανειοδότηση ήταν όλα αυτά τα χρόνια η «άλλη όψη» του απερίσκεπτου δανεισμού)
3.        τη θεσμοθέτηση συνολικής και αξιόπιστης οικονομικής διαχείρισης της ΕΕ και της ευρωζώνης, που θα περιλαμβάνει μόνιμες πολιτικές μεταφοράς πόρων και δημοσιονομική-φορολογική εναρμόνιση.

Το τρίτο συμπέρασμά μας είναι λοιπόν πως χρειάζεται άμεσα ευρωπαϊκή οικονομική διακυβέρνηση και δημοσιονομική εναρμόνιση

Μόνο έτσι θα κατορθώσει η χώρα μας να συνδυάσει τις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις της με την επιστροφή της στις αγορές, ώστε να χρηματοδοτηθεί η βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία και η δημιουργία θέσεων εργασίας. Είναι προφανές το πόσο λεπτή και δύσκολη είναι η προώθηση των παραπάνω στόχων, αφού θα πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία η διασπορά ανησυχίας και πανικού στο κοινό, αλλά και η δημοσιοποίηση μιας στρατηγικής που αποτελεί εν πολλοίς ζήτημα διεθνούς και σκληρής διαπραγμάτευσης (μεταξύ ευρωπαϊστών οπαδών της οικονομικής διακυβέρνησης κι εθνοκεντρικών. Μεταξύ «πλεονασματικών» κι «ελλειμματικών» κρατών. Μεταξύ κοινωνικά προοδευτικών και συντηρητικών. Μεταξύ των κυνικών -που υποτάσσουν τα πάντα στις προδιαγραφές του παρόντος- και όσων λαμβάνουμε τις αποφάσεις μας συνυπολογίζοντας τις μελλοντικές τους επιπτώσεις -και το ενδεχόμενο μεσοπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο κόστος τους).

Οι Οικολόγοι-Πράσινοι μπορούν να συμβάλουν ιδιαίτερα στην κατεύθυνση αυτή, προβάλλοντας αυτές τις θέσεις στα διεθνή φόρα (δεδομένου πως το «Ευρωπαϊκό Πράσινο Κόμμα» αποτελεί έναν ισχυρό παράγοντα της διεθνούς πολιτικής, ενώ οι «Πράσινοι» οδεύουν προς την ανάληψη κυβερνητικών ευθυνών σε χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία) αλλά και στην ελληνική πραγματικότητα.

Και αυτό ακριβώς σκοπεύουμε να επιδιώξουμε.    

Σημειώσεις:
1.         Με τον όρο «κερδισμένοι της Μεταπολίτευσης» εννοούμε όλους όσοι το εισόδημά τους προέρχεται κυρίως από τη φοροκλοπή, τη διαφθορά, την μαφιακή οικονομία, την αργομισθία, την καταλήστευση ευρωπαϊκών και κρατικών πόρων